Η μελέτη αφορά τον σχεδιασμό ενός συγκροτήματος τριών κατοικιών, εντός του παραδοσιακού οικισμού Αρνάδου, στην Τήνο. Βασικοί παράγοντες του σχεδιασμού από το αρχιτεκτονικό γραφείο alma architects αποτέλεσαν η καλύτερη αξιοποίηση του νότιου ηλιακού φωτός και της θέας, η προστασία από τους βόρειους ανέμους και ταυτόχρονα η ένταξη στην τοπογραφία της περιοχής και στο ιδιαίτερο αρχιτεκτονικά οικιστικό περιβάλλον.
Παράλληλα στόχος είναι η καθεμία να λειτουργεί αυτόνομα, εξασφαλίζοντας την ιδιωτικότητά της, αλλά ο συνδυασμός των τριών να αποτελεί ενιαίο σύνολο και να αντανακλά την αίσθηση του «ανήκειν» σε αυτό. Επομένως, η σχεδιαστική ομάδα επέλεξε να σχεδιάσει τις κατοικίες εκατέρωθεν δύο νοητών αξόνων, οι οποίοι στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύουν τους κύριους άξονες κίνησης από και προς αυτές.
Οι άξονες αυτοί διαχωρίζουν τους όγκους μεταξύ τους αλλά ταυτόχρονα και τους ενοποιούν στο σημείο τομής τους. Το παραπάνω σημείο τομής, λειτουργεί ως κομβικό σημείο συνάντησης και συναναστροφής των κατοίκων και αποτελεί το σημείο συγκέντρωσης όλων των συλλογικών δραστηριοτήτων του συγκροτήματος (κοινόχρηστο μποστάνι και βοηθητικοί χώροι). Τέλος, προκειμένου να ενσωματωθεί το κτίριο στην τοπογραφία, επιδιώκεται μία κλιμάκωση των όγκων ξεκινώντας από το επίπεδο του δρόμου και ακολουθώντας την κλίση του εδάφους.
“Πιο συγκεκριμένα, το έργο αφορά τον σχεδιασμό τριών αυτοτελών κατοικιών, μία διώροφη και δύο ισόγειες με υπόγειο”.
Η χωροθέτηση των κατοικιών στο οικόπεδο έγινε με γνώμονα την καλύτερη δυνατή ένταξη στον παραδοσιακό οικισμό, χωρίς να βλάπτονται οι όμορες ιδιοκτησίες και η κλίμακα του τόπου ως εξής: Η διώροφη κατοικία τοποθετείται στο βόρειο τμήμα του οικοπέδου. Μέσω της παραπάνω σχεδιαστικής πρότασης και της μη κάλυψης όλου του βόρειου ορίου του οικοπέδου με κτίριο, επιδιώκεται η προστασία της θέας του κτιρίου που βρίσκεται ανάντι του δρόμου.
Παράλληλα, στο κτίριο αυτό δημιουργείται ένας δεύτερος όγκος – αρχιτεκτονική προεξοχή, με στοιχεία αναφοράς τα γεωμετρικά ανοίγματα που συναντώνται στους περιστεριώνες της Τήνου. Με σεβασμό στην παραπάνω παραδοσιακή αρχιτεκτονική, γίνεται η προσπάθεια δανεισμού των χαρακτηριστικών αυτών, προκειμένου να αναδειχτούν μέσω του σχεδιασμού και του κατάλληλου φωτισμού. Κάθε μια από τις υπόλοιπες δύο κατοικίες αποτελείται από ισόγειο και υπόγειο.
Ο σχεδιασμός των ανοιγμάτων έγινε με γνώμονα την καλύτερη σύνδεση μεταξύ των εσωτερικών χώρων και των υπαίθριων και το καδράρισμα των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και θεάσεων προς τον περιβάλλοντα χώρο: την θέα προς τους γύρω οικισμούς, την θάλασσα και τον περιστεριώνα στα δυτικά της κατοικίας.
Όσον αφορά την πρόσβαση στις κατοικίες, αρχικά ο χρήστης προσεγγίζει και εισέρχεται στο συγκρότημα από την είσοδο που δημιουργείται στο βόρειο όριο αυτού, με τον αντιανεμικό τοίχο από λιθοδομή. Κατόπιν, πραγματοποιείται η είσοδος στην πρώτη, διώροφη, κατοικία, ενώ μέσω της υπαίθριας κλίμακας που βρίσκεται παράλληλα με τον κεντρικό άξονα της σύνθεσης, οι κάτοικοι μεταβαίνουν στο επίπεδο όπου βρίσκεται ο κομβικός κοινόχρηστος χώρος, από τον οποίο πραγματοποιούνται οι είσοδοι στις υπόλοιπες δύο ισόγειες κατοικίες. Από το σημείο αυτό ξεκινάει και ο διάδρομος που οδηγεί στο κοινόχρηστο υπαίθριο χώρο – μποστάνι.
Γενικά, οι υπαίθριοι χώροι διαμορφώνονται σε δύο ζώνες με διαφορετικό βαθμό ιδιωτικότητας: α) Μια βόρεια ζώνη, προστατευμένη από τους ανέμους με καθαρά κοινόχρηστο χαρακτήρα, που περιλαμβάνει την κεντρική είσοδο στο συγκρότημα και το κοινόχρηστο μποστάνι και χώρο πρασίνου και β) τις πιο ιδιωτικές ζώνες με την καλύτερη δυνατή θέα, απομακρυσμένες από το δημόσιο οδικό δίκτυο, όπου διατάσσονται οι χώροι εκτόνωσης και διημέρευσης των κατοικιών και οι χώροι στοιχείων νερού. Τέλος, οι χώροι που λειτουργούν ως φωταγωγοί φυτεύονται και αυτοί, προκειμένου, το στοιχείο του πρασίνου να παρεμβάλλεται και διαμέσου των κατοικιών.
περισσότερα : https://kataskevesktirion.gr/